10.2.12


Τότες εκείνος ανακίνησε τα βλέφαρα κι εφάνη πέρα μακροσκελέστατο το μήκος της θάλασσας
Καιτα κύματα να σπουν κάπου στο ύψος του στήθους
Από το δέρμα του έτρεχε άμμος και ψιλούτσικα καστανά μυρμήγκια˙
Ανασηκώθηκε στα γόνατα κι εφάνη πάλι καθαρά το κύμα
Πελώριο να θρυψαλλίζεται πάνω του
Κι εφάνη επάνω του όλην η πλάση κάπου στο ύψος του στήθους

Σηκώθηκε τότε στα πόδια του κι ως η θάλασσα παράσερνε στο πέρνα της το ντουνιά
Εφάνη εκείνος στεγνός, σαν την αλήθεια
Στο διάολο η αλήθεια! Το μόνο που καταφέρνει είναι να τα κιμιάζει με την Πραγματικότητα
Κάνοντας το δικηγόρο του διαβόλου για λόγου της.
Πότε θα μιλήσουμε για τα τρέμουλα; τις συγκινήσεις; τη φαντασία; σκέφτηκε
...

Θα παλαιώσεις, του είπαν.
Οι μάχιμοι παλαιοί στρατολογούν τους νέους, αντιείπε.
Τι σε εμποδίζει; τον ρώτησαν.
Ο εσωτερικός αντίλογος, απάντησε

ΕΠΙΜΥΘΙΟ Ι

Καβάλα στα λόγια τους έφτασαν μέσα στην άγρια νύχτα οι άνθρωποι με το λαξεμένο μάτι ουρλιάζοντας ακατάληπτες κουβέντες-κωδικούς και σηκώνοντας ολοένα τις αναμμένες δάδες που βαστούσαν στα χέρια τους. Τα λόγια
τους λαχανιασμένα ρουθούνιζαν δυνατά ταράζοντας τη σκόνη του εδάφου κι άλλοτε
ανασηκώνονταν σούζα στα μπροστινά τους πόδια επιδεικνύοντας τη μεγάλη τους δύναμη. Κι εκείνοι ολοένα θριαμβωδώς
εσήκωναν τις αναμμένες δάδες ώσπου κάποτε άρπαξε η κουρτίνα τ’ ουρανού –λαμπάδιασμα
σωστό- κι εφάνη μέσα στο δωμάτιο ολόγυμνη η Ματαιότητα.
Ωραία γυναίκα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΟΙ ΑΝΑΓΝΏΣΤΕΣ ΜΑΣ ΠΕΘΑΊΝΟΥΝ ΠΡΌΩΡΑ.
(Σε αυτό οφείλονται και τα μηδενικά στα σχόλια)