7.12.07

ΣΥΝΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ

Μέσα στα μπαρ που αυτοκτονούνε οι θαμώνες
Μέσα στην πιό καλή μας μουσική
Στους σκοτεινούς της νιότης μας χειμώνες
Μέσα στα έγκατα της Γης

Μέσα στα έγκατα της Γης
Μέσα στα έγκατα της Γης...

Καθώς απόσωνε η νύχτα κι όσο κι άν είχαμε γυρέψει τρόπους, δεν βρήκαμε, η dj άπλωσε τόση μοναξιά γύρω απ' το μπαρ, που γίναμε όλοι πάντες και κανένας, με μάτια λάμποντα, σαν δυο μεγάλους πάγους -ώρα 4και μισή- που εξέχουν ελάχιστα πάνω απ' τη στάθμη του ου'ί'σκι στο ποτήρι. Πριν λίγο ένας φαλακρός τύπος της είχε δώσει μια κασετίνα-ανθολογία του Στράτου. Την πήρε στα χέρια της και χαμογέλασε. ''Έτσι καθιστή την κοιτάς;'' της είπε αστειευόμενος. Έπειτα το σκοτάδι της νύχτας έπεσε χάμω με σπασμούς κι όπως το truck της ΝΕΟΓΑΛ διένεμε στα απέναντι αρτοποιεία τα γάλατα, είδαμε πως είχαμε απομείνει μόνον όσοι νοσταλγήσαμε αυτό της μάνας μας. ''Εγώ ο ξένος που σ' αγάπησα πολύ... θα φύγω σαν ένας Θεός ξεθωριασμένος, ξένος για πάντα ξένος...''
Υπάρχει χώρος για την αλήθεια στον σύγχρονο κόσμο; με ρωτάει η φωνούλα της Σαλώμης. -Φυσικά, της απαντάω. -Και με τί το σημερινό θα την παρομοίαζες; -Με την τρομοκρατία. Όχι σήμερα. Ανέκαθεν.
Κοιταζόμασταν ολόγυρα δίχως πιά καμιά διάθεση γιά φλέρτ, σαν άξαφνα ο ένας να σέβεται το παρελθόν του άλλου, δίχως να θέλει να παρέμβει στο παρόν του τη ώρα που αυτό μπλέκεται με τα περασμένα. Πάνω στου ''κόσμου το περίγελο'', τα φώτα χαμήλωσαν, άνοιξε η πόρτα και μπήκε με υψωμένα και ανοιχτά τα χέρια ο από αιώνες παραδομένος εις μυστικήν ακολασία με λέξεις. Ακολουθείτο από δύο ρακένδυτους άνδρες, ένα άσπρο, μεγάλο σκυλί κι ένα τσούρμο -ξανθές, μελαχρινές, κοκκινομάλλες- μουνίτσες. Ανέβηκε στην καρέκλα ξεδιπλώνοντας κάτι πρόχειρα, μαυρισμένα χαρτιά. Δεν σας γύρεψα πολύ, μας λέει. Τα στέκια των ανθρώπων που φοβούνται, φωσφορίζουν πάντα στην άκρη της νύχτας για να τρακαίρνουν πάνω τους τα ακυβέρνητα πλοία. Εμείς, εμείς, -συνέχισε- εγώ... *''οίμοι λοιδόρησα την ηρεμία και μ' αρέσει ο φόβος. Είμαι μόνον αυτός που έχει την τρελάρα του∙ τίποτ' άλλο. Αναβοσβήνει το χέρι μου όταν γράφω. Ξέρω απ' έξω κι ανακατωτά την Παρουσία, φόβος και τρόμος είμαι στην Ψυχολογία. Σήμερα νιώθω, πληθαίνοντας την Κωμωδία. Πολλαπλασιαστής θεουργίας ειμί και χιονοθύελλα. Τελετουργώ στη σιωπή χωρίς άμφια. Τα μάτια μου μεταφράζουν ερήμωση κι ευτυχώς είμαι πάντα χαμένος∙ αλίμονο άν είχα διανύσει κέρδος. Σελήνη με διατρέχει αγαπητοί. Εαν υπάρχω, τα εννιά μου δέκατα είναι λυκόφως. Ολάκερη ζωή δυσκολεύομαι, μυθοκράτης και ανυπόφορος αγαπήθηκα. Και ξέρετε γιατί; Γιατί εγώ δεν τα βλέπω τα αντικείμενα όπως είναι∙ τα οραματίζομαι. Βλέπω μια κόκκινη πετσέτα. Εγώ δεν πρόκειται να πω αυτή την πρόταση. Εγώ θα πω κάτι αστάθμητο∙ ίσως το αίμα του Θεανθρώπου από σταυρό να χύνεται. Πηγάζω από ηλιθιότητα, δυσφορώντας να είμαι έξυπνος. Στο χειρόγραφο φίλοι μου, έβαλα πριν λίγο φωτιά να ζεσταθώ κι έτσι κάηκε ολόκληρη γνωσιμαχία. Κάποια σελίδα όμως τυχαία ολίσθησε στις φλόγες και μισογλίτωσε. Κι απ' αυτήνε την καψαλισμένη σελίδα, ξεκλέβω τώρα λίγες άθλιες αλήθειες.''
Τέλειωσα. Την αγάπη σας, μας λέει, και άπλωσε τις άσπρες του φτερούγες να κατεβεί απ' την καρέκλα και να επανέλθει στον κόσμο (άν ήταν ποτέ ανάμεσά μας). Λαχανιασμένος καβάλησε τη ράχη του σκύλου παίρνοντας βαθιές ανάσες.
Οι πιτσιρίκες του κρατούσαν τρυφερά το χέρι. Παρήγγειλε ένα ούζο χωρίς πάγο. Έσκυψε το πρόσωπό του πάνω απ' τα μάτια του σκύλου και του είπε: ‘’Όσα κομμάτια κι άν μπορέσεις να ενώσεις, δεν θά σου φθάσουν μια στιγμή για να με νιώσεις. Στα είπα όλα. -Και γυρνώντας σε μια απ' τις μικρές-: Φίλα με τώρα.’’ Στα ηχεία έμπαινε το σχετικό κομμάτι του Μάλαμα.
Δεν έκατσα πολύ ακόμη. Αποτελείωσα το ποτό μου και έφυγα έχοντας στ' αυτιά και στην πέτσα μου τη μουσική από ''του κόσμου το περίγελο''. Ίσως γιατί ανέκαθεν επιθυμούσα **''την ένταξή μου στους χρόνους τους μελλοντικούς ενός κόσμου που θα γελάσει κάποτε μαζί μου γιατί με συγκινούσαν ιδιαίτερα οι νεκροί, οι μουσικές και τα άστρα.'' Επιπλέον έτρεφα πάντα μια κρυφή συμπάθεια προς τη γλυκιά αλαζονεία εκείνων που ξέρουν πως διεκδικούν και κερδίζουν την Ιστορία.


*προχειρο κολάζ απο ποιήματα του Καρούζου
**Μάνος Χατζιδάκις - απο τα σχόλια του Τρίτου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΟΙ ΑΝΑΓΝΏΣΤΕΣ ΜΑΣ ΠΕΘΑΊΝΟΥΝ ΠΡΌΩΡΑ.
(Σε αυτό οφείλονται και τα μηδενικά στα σχόλια)